Περιγραφή
«Σκέπτομαι, άρα υπάρχω». Αυτή η φράση του γάλλου φιλοσόφου Καρτέσιου ίσως παραμένει η πιο συχνά αναφερόμενη δήλωση στη δυτική φιλοσοφία. Ένα από τα μεγάλα βιολογικά μαθήματα του 20ού αιώνα είναι ότι ο μεγάλος φιλόσοφος έσφαλε, και αυτό για δύο λόγους.
Πρώτον, ο Καρτέσιος χρησιμοποίησε τη φράση αυτή για να τονίσει τον διαχωρισμό που πίστευε ότι υπάρχει μεταξύ νου και σώματος. Θεωρούσε ότι η διανοητική δραστηριότητα ήταν εντελώς ανεξάρτητη από εκείνη του σώματος. Ωστόσο, οι βιολόγοι έχουν πλέον κάθε λόγο να πιστεύουν ότι όλες οι δραστηριότητες του νου προέρχονται από ένα εξειδικευμένο τμήμα του σώματός μας: τον εγκέφαλο. Συνεπώς, θα ήταν ορθότερο να επαναδιατυπώσουμε τη δήλωση του Καρτέσιου αντιστρέφοντάς την: «Υπάρχω, άρα σκέπτομαι». Με σύγχρονους όρους, θα λέγαμε: «Έχω εγκέφαλο, άρα σκέπτομαι».
Αλλά υπάρχει μια δεύτερη και ευρύτερη έννοια κατά την οποία η δήλωση του Καρτέσιου στερείται αληθείας. Δεν είμαστε αυτοί που είμαστε απλώς επειδή σκεπτόμαστε. Είμαστε αυτοί που είμαστε επειδή μπορούμε να θυμηθούμε αυτά που έχουμε σκεφτεί. Κάθε σκέψη που κάνουμε, κάθε λέξη που λέμε, κάθε δράση μας ―πράγματι, η ίδια η αίσθηση του εαυτού και η αίσθηση της σύνδεσής μας με τους άλλους― οφείλονται στη μνήμη μας, στην ικανότητα του εγκεφάλου μας να καταγράφει και να αποθηκεύει τις εμπειρίες μας. Η μνήμη είναι η συνδετική ύλη της διανοητικής μας ζωής, ο σκελετός που στηρίζει την προσωπική ιστορία μας και δίνει τη δυνατότητα να μεγαλώνουμε και να αλλάζουμε στη διάρκεια της ζωής μας. Όταν χάνουμε τη μνήμη, όπως στη νόσο Alzheimer, χάνουμε την ικανότητα να ξαναδημιουργήσουμε το παρελθόν μας, και, επομένως, χάνουμε τη σύνδεση με τον εαυτό μας και με τους άλλους.